κλεπταποδοχή

κλεπταποδοχή
ο
η αποδοχή και απόκρυψη ή χρήση κλεμμένων πραγμάτων: Κατηγορείται για κλεπταποδοχή.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κλεπταποδοχή — Η σκόπιμη απόκρυψη, αγορά, κτήση με τύπο ενεχύρου ή αποδοχή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο καθώς και η μεταβίβαση ή η εξασφάλιση της κατοχής από μέρους τρίτου ενός κινητού πράγματος ή τιμήματος αυτού, γνωρίζοντας ότι αυτό προέρχεται από κλοπή. Ο… …   Dictionary of Greek

  • κλέβω — και κλέφτω και κλέπτω (AM κλέπτω, Μ και κλέπτω και κλέβ[γ]ω και κλέφτω) 1. παίρνω κάτι που δεν μού ανήκει, αφαιρώ από κάποιον κάτι κρυφά ή με απάτη, σφετερίζομαι, καταχρώμαι, ιδιοποιούμαι, υπεξαιρώ (α. «τής έκλεψαν τα λεφτά από την τσάντα» β.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”